Προσβάλλει κυρίως τα φύλλα, δευτερευόντως τους καρπούς και πολύ σπάνια τους βλαστούς. Την άνοιξη ή το φθινόπωρο στο πάνω μέρος του ελάσματος των φύλλων εμφανίζονται μικρές, κίτρινες κι αργότερα καστανές κηλίδες ενώ στις αντίστοιχες θέσεις της κάτω επιφάνειας σχηματίζονται πορτοκαλοκίτρινες κηλίδες διάστικτες από μικροσκοπικές καστανές φλύκταινες. Στο κάτω μέρος των φύλλων σχηματίζονται κιτρινοκαφετί στίγματα, φλύκταινες, που αργότερα σχίζονται και μετατρέπονται σε σωρούς (ουρεδοσωρούς - ουρεδοσπόρια). Πολύ αργότερα (2-3 μήνες) στην κάτω επιφάνεια σχηματίζονται μαύροι σωροί (τελειοσωροί - τελειοσπόρια). Στους καρπούς σχηματίζονται στην αρχή υδατώδεις κυκλικές, σκούρες πράσινες κηλίδες διαμέτρου 3-5mm που βυθίζονται καθώς ο καρπός αναπτύσσεται. Το κέντρο της κηλίδας παίρνει χρώμα βαθύ κίτρινο ή πορτοκαλί.
Αντιμετώπιση: Ο κίνδυνος της παθογένειας μπορεί να μειωθεί σημαντικά με την απομάκρυνση των μολυσμένων φύλλων και την καταστροφή των ενδιάμεσων ξενιστών. Στις επικίνδυνες περιόδους συνιστώνται 2-3 ψεκασμοί κατά την περίοδο της βλάστησης ανά 10-15 ημέρες. Ο πρώτος ψεκασμός εφαρμόζεται κατά την πτώση των πετάλων.