ΧΟΥΡΜΑΔΙΑ (
Phoenix dactylifera, οικ. Arecaceae)
Η χουρμαδιά είναι δένδρο αειθαλές μεγάλου ύψους. Ο καρπός είναι έχει σχήμα επίμηκες και χρώμα κίτρινο, σκούρο κοκκινόμαυρο ή καφετί με γλυκιά σάρκα και καταναλώνεται νωπός ή αποξηραμένος.[1]
Είναι απαραίτητη η συγκαλλιέργεια αρσενικών και θηλυκών δένδρο σε αναλογία 1:25 - 30. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με
παραφυάδες που σχηματίζονται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους.
Η χουρμαδιά ευδοκιμεί σε περιοχές με μακρύ, ζεστό και ξηρό καλοκαίρι με επαρκή εδαφική υγρασία, ενώ είναι ανθεκτική σε θερμοκρασίες έως -7°C αλλά και στους ισχυρούς ανέμους που αποτελούν περιοριστικό παράγοντα για άλλες καλλιέργειες.[1]
Το πότισμα αποτελεί αναγκαία καλλιεργητική φροντίδα. Η χουρμαδιά ανέχεται και αλατούχο νερό μέχρι ποσοστού 1%.
[2]Συνίσταται η παροχή και των τριών μακροστοιχείων (N, P2O5, K2O) σε ποσότητα 350gr ανά νεαρό δέντρο ετησίως και 1Kg ανά ενήλικο δέντρο ετησίως. Συνήθως η χουρμαδιά ανταποκρίνεται θετικά στην παροχή NPK και μερικές φορές στα μικροστοιχεία.
[2] Αναπτύσσεται σε μεγάλη ποικιλία εδαφών, αλλά προτιμάει αμμοπηλώδη εδάφη με καλό αερισμό ενώ παράλληλα η άρδευση κρίνεται απαραίτητη, καθώς απαιτεί διπλάσια ποσότητα νερού από τα εσπεριδοειδή.
Το κλάδεμα περιορίζεται στην αφαίρεση των παλαιών φύλλων και ταξιανθιών.
Οι καρποί δεν ωριμάζουν ταυτόχρονα οπότε η συγκομιδή διαρκεί αρκετές εβδομάδες.
Οι ποικιλίες που προωθούνται είναι:
Bou Faggous,
Barhee,
Khalas,
Lulu και
Deglet Nour.
καλλιέργεια προωθείται στους Νομούς της Νήσου Κρήτης, Λακωνίας, Μεσσηνίας, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων στις θερμότερες και παραθαλάσσιες περιοχές αυτών καθώς και σε άλλες περιοχές όπου υπάρχει καλλιεργητική εμπειρία σύμφωνα με τις κατά τόπους αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων.[1]
Πηγές:
[1] Υποτροφικά φυτά. / ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ / ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
[2] Ειδική δενδροκομία Τόμος V 'Τροπικά φυτά', Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.